Το σκαμνί και οι Σταυροί του Πατροκοσμά

Σταυροί, Άγια Λείψανα, ιερά κειμήλια του Αγίου Κοσμά

 βιογράφος του Αγίου αναφέρει ότι «ο Κούρτ πασιάς ακούωντας την καλήν του φήμην, επρόσταξε και ήλθεν έμπροσθέν του, και τόσον καλά του άρεσεν η ομιλίαν του, ώστε και θρονί του εκατασκεύασε, και με κατηφέ το ένδυσε δια να αναβαίνη εις αυτό, και να διδάσκη από υψηλά τους λαούς»7. Το σκαμνί του Κούρτ πασά εξυπηρετούσε πρακτικές ανάγκες του κηρύγματος. Ο Άγιος ήταν κοντός στο ανάστημα και συχνά, λόγω του πλήθους που παρακολουθούσε τις Διδαχές του, κήρυττε στην ύπαιθρο, σε ανοικτούς χώρους, και για να είναι ορατός απ’ όλους, ανέβαινε στο σκαμνί, που του χάρισε ο Κούρτ πασάς. Ήταν ο υπαίθριος άμβωνάς του. Ο ίδιος ο Πατροκοσμάς για το σκαμνί λέει: «Εγώ με την χάριν του Θεού, μήτε σακκούλα έχω, μήτε κασέλα, μήτε σπίτι, μήτε άλλο ράσο από αυτό που φορώ. Και το σκαμνί, οπού έχω, δεν είναι εδικό μου, δια λόγου σας το έχω. Άλλοι το λέγουν σκαμνί και άλλοι θρόνον. Δεν είναι καθώς το λέγετε. Αμή θέλετε να μάθετε τι είναι; Είναι ο τάφος μου και εγώ είμαι μέσα ο νεκρός οπού σας ομιλώ. Ετούτος ο τάφος έχει την εξουσίαν να διδάσκη βασιλείς και πατριάρχας, αρχιερείς, ιερείς, άνδρας και γυναίκας, παιδία και κορίτσια, νέους και γέροντας και όλον τον κόσμον»8. Το σκαμνί το ονομάζει τάφο και μέσα από τον τάφο διδάσκει. Ο Άγιος έχει ‘‘νεκρώσει’’ τον εαυτό του, βαστάζοντας «την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματί του» (Β΄ Κορινθ. δ΄, 10).

       Μαρτυρίες για το πέρασμα και τις περιοδείες του Πατροκοσμά στην ελληνική επικράτεια υπάρχουν πολλές. Στο πέρασμά του έστηνε σταυρούς. «Προέτρεπε τους κατοίκους των μερών εκείνων ίνα εμπηγνύωσι σταυρούς μεγάλους εις τα τέσσαρα άκρα των χωρίων αυτών εις ανάμνησιν του υπέρ ημών σταυρωθέντος, και τους παλαιούς σταυρούς σεσηπότας ήδη ν’ αντικαθιστώσι δι’ άλλων, ώστε και μέχρι σήμερον διατηρούνται  εις τα χωρία, εν Βοτρύστη, Λειά, Μουζήνη κ.τ.λ.»9, γράφει ο Δροπολίτης Νικόλαος Μυστακίδης στα τέλη του 18ου αιώνα. Για την ανανέωση των ‘‘χαλασμένων’’ σταυρών μιλάει και ο Κ. Φαλτάϊτς: «Εις το Μαργαρίτι εδίδαξε πολύ ο Άγιος Κοσμάς και έβαζε κατά την συνήθειάν του σε όσα χωριά χριστιανικά δεν είχαν εκκλησίαν ένα σταυρό. Εις το Μαργαρίτι διατηρούν τας θέσεις που έβαλεν ο Άγιος Κοσμάς τους σταυρούς και τους ανανεώνουν με νέους σταυρούς, όταν χαλάσουν»10, διασώζει η παράδοση μέχρι των αρχών του αιώνα μας. Στη Δρόβιανη η Διδαχή του Πατροκοσμά «εγένετο όπισθεν του ναού, εις την ρίζαν γηραιάς ελαίας εις την οποίαν, κατά το σύνηθές του, αφήκε και σταυρόν»11, αναφέρει και ο Β. Μπαράς.

       Ένα πλήθος σταυροί στήθηκαν σ’ αμέτρητες περιοχές, όπως πλήθος ήταν και τα κηρύγματά του. Σε πολλές ορεινές περιοχές της Ηπείρου υπάρχουν και σήμερα τοπωνύμια με την ονομασία ‘‘Σταυρός’’, που, είτε βρίσκεται ένα ταπεινό προσκυνητάρι, που το έστησαν οι απλοϊκοί χωρικοί για να θυμίζει το πέρασμα του Αγίου, είτε είναι ο τόπος που κήρυξε και τοποθέτησε το δικό του σταυρό ο Πατροκοσμάς, όπως συνήθιζε να κάνει κάθε φορά που μιλούσε. «Όπου έμελλε να σταθή να διδάξει πρώτον έλεγε, και εκατασκεύαζαν ένα Σταυρόν ξύλινον μεγάλον, και τον έσταιναν εκεί. Έπειτα ακουμβίζωντας επάνω εις το ξύλον του Σταυρού το σκαμνί…και εις αυτό αναβαίνωντας, εδίδασκε, και μετά την διδαχήν, το μεν σκαμνί το διέλυε, και το έπαιρνε μαζί του, όπου και αν επήγαινεν, ο δε Σταυρός έμενεν εκεί, εις ενθύμησιν του κηρύγματός του παντοτεινήν»12. Μάλιστα ο λαός με την απλοϊκή του πίστη θεωρούσε τους στημένους σταυρούς ευλογημένους για τον τόπο τους και πηγές δυνάμεως και θαυμάτων. «Εις εκείνους, λοιπόν, τους τόπους όπου ήσαν στημένοι οι σταυροί, ενήργει ο Θεός πολλά θαυμάσια»12.

      «Την εποχή εκείνην του μεγάλου σκότους εις το οποίον ευρίσκετο ο Ελληνισμός, και κατά την οποίαν οι ελληνικοί πληθυσμοί εξεμουσουλμανίζοντο είτε πιεζόμενοι από τους Τούρκους είτε διότι δεν είχον ένα διδάσκαλον, ένα παπά, μιαν εκκλησία, δια να κρατηθούν εις την χριστιανικήν πίστιν, η σημασία των σταυρών των καθιερωθέντων από τον Άγιο Κοσμά υπήρξε μεγίστη δια την χριστιανωσύνην. Τα χωριά απέκτων με τον απλούν αυτόν τρόπον ένα θρησκευτικόν σύμβολον, το οποίον ηδύνατο να τα κρατήση εις την προγονικήν πίστιν»13. Ο Σταυρός ήταν και είναι το σύμβολο του Χριστιανισμού, αλλά και του Ελληνισμού, το στήριγμα και η παρηγορία σε χαλεπούς καιρούς. Είναι η «καθέδρα της αληθινής σοφίας» κατά τον ιερό Αυγουστίνο, «ο φύλαξ πάσης της οικουμένης» και του Ελληνισμού. Γνωρίζοντας ο Πατροκοσμάς τη δύναμη του Σταυρού και την επίδρασή του στους υποδούλους, και θέλοντας να τους τονώσει το θρησκευτικό συναίσθημα έστηνε Σταυρούς στο διάβα του, μάρτυρες της παρουσίας του και του κηρύγματός του.

H αργία της Κυριακής κατά τον Άγιο Κοσμά

Ο Πατροκοσμάς σώζει τον Ελληνισμό από ολοκληρωτικό εξανδραποδισμό

Η επιρροή του Πατροκοσμά ήταν μεγάλη, όχι μόνο στο λαό και στην εκκλησιαστική ηγεσία, αλλά και στον ίδιο το Σουλτάνο. Θα παραθέσουμε στοιχεία που είναι σχεδόν άγνωστα και έχουν αναφερθεί μόνο από τους μελετητές του Αγίου Δ. Οικονόμο και Κ. Σαρδελή27.

      Είναι γνωστή η επανάσταση του Αλεξίου Ορλώφ, τα Ορλωφικά, (1768 – 1774) και η αποτυχία της. Ο ελληνικός λαός δεινοπάθησε και η ύπαιθρος λεηλατήθηκε. Ο Πατροκοσμάς εκείνη την εποχή βρισκόταν στην Αιτωλία και Ακαρνανία. «Από τα 1770 – 1774 οι Αιτωλικοί χώροι έγιναν το πεδίο των φοβερώτερων και αγριώτερων επιδρομών. Το Μεσολόγγι ξεθεμελιώθηκε, το ίδιο και το Βραχώρι, καθώς επίσης και οι παραθαλάσσιες πόλεις Αιτωλικό και Ναύπακτος. Και ο Πάτερ – Κοσμάς, αφού εκήρυξε για τελευταία φορά στις αρχές, πιθανώς του 1770 στο Γαλαξείδι και στη Ναύπακτο, κατέφυγε μάλλον στο Άγιον Όρος και μετά τη γενική αμνήστευση του κινήματος εκείνου, στην Πόλη»28. Σ’ αυτά τα περίφημα Ορλωφικά, πολύ βοήθησε ο Άγιος με την όλη του παρουσία. Αλλά ο ελληνικός λαός δεν ήταν έτοιμος για ένα γενικό ξεσηκωμό. Του έλειπε η παιδεία, η μόρφωση, η οργάνωση. Ο Άγιος το γνώριζε πολύ καλά αυτό.

      Η Επανάσταση όμως του 1770, παρόλη την αποτυχία της, θύμωσε πολύ το Σουλτάνο. Δε μπορούσε να συγχωρέσει τον ξεσηκωμό των ραγιάδων και η απειλή του ήταν φοβερή. Έπρεπε να τιμωρήσει τους Έλληνες επαναστάτες, που τόλμησαν να του αντισταθούν. Αυτό ήταν πολύ εύκολο, ενώ να τα βάλει με την πανίσχυρη Ρωσία, που ξεσήκωσε την επανάσταση, δεν ήταν τόσο απλό. Αποφάσισε, λοιπόν, να μετοικήσει στη Βαβυλώνα ολόκληρο το ελληνικό έθνος και στην ελληνική χερσόνησο να φέρει τουρκικές φυλές από τα βάθη της Μικράς Ασίας. Αυτό σήμαινε εξανδραποδισμό ολοκληρωτικό του ελληνικού έθνους, μεγάλη καταστροφή και εθνική συμφορά ανεπανόρθωτη. Η Εκκλησία και οι πρέσβεις των χριστιανικών κρατών ανησύχησαν πολύ. Έπρεπε κάτι να κάνουν. Και βρήκαν το μοναδικό σωτήρα για την περίσταση, τον Άγιο Κοσμά. Στην 6η Σιναϊτική έκδοση του Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, στην ανατύπωση της Ακολουθίας του Αγίου ‘‘και τινων άλλων Αγίων’’ υπάρχει η παρακάτω πληροφορία, που μας διαφωτίζει και μας ενημερώνει για το τι ακριβώς έγινε:

      «Το 1770, μετά την καταστροφήν την επελθούσαν εκ της επαναστάσεως του Ορλώφ και την σκληράν απόφασιν του Σουλτάνου Μουσταφά Γ΄, σκοπούντος να μετοικήση εις Βαβυλώνα ολόκληρον το ελληνικόν έθνος και να κατοικήση την ελληνικήν Χερσόνησον από φυλάς της Τουρκίας, τότε οι Πρέσβεις των χριστιανικών Δυνάμεων και Σωφρόνιος ο Β΄, Πατριάρχης, και οι Αρχιερείς κατεταράχθησαν και Συμβουλίου γενομένου, απεφάσισαν να προτείνωσι τω Σουλτάνω την εγγύησίν των, προς καθησύχασιν των Ελλήνων, αν επετρέπετο, δια φιρμανίου, να σταλή ο Άγιος Κοσμάς Ιεροκήρυξ, ανά πάσαν την Ελλάδα, όπως εξημερώση τους εξαγριωθέντας επαναστάτας δια συστάσεως Σχολείων και της ανιδρύσεως των πυρποληθέντων ναών των. Εκδοθέντος δε του τοιούτου φιρμανίου προς τους Σατράπας της Ρούμελης, ήρχισεν ο Άγιος το κήρυγμα, όχι ως πρότερον…»27.

      Εντύπωση κάνει η συγκατάθεση του Σουλτάνου, Μουσταφά Γ΄, για να πάει ο Πατροκοσμάς στις περιοχές που είχαν επαναστατήσει και να συμβουλέψει και λογικεύσει τους Έλληνες. Απ’ αυτή την ενέργεια του Σουλτάνου φαίνεται, πως ο Άγιος δεν αναμείχθηκε φανερά στην Επανάσταση, όπως όλοι σχεδόν οι μελετητές του αναφέρουν, ούτε βοήθησε στην υποκίνηση, ούτε ξεσήκωνε το λαό και τους κλέφτες στα βουνά. Το ‘‘ποθούμενο’’ και το ‘‘ξανθό γένος’’ έδιναν και έπαιρναν στις Διδαχές του, αλλά καλυμμένα και με σύνεση. Πουθενά και ποτέ δεν μιλάει απροκάλυπτα, αλλά πάντα συνετά, με παραβολές και υπονοούμενα. Φαίνεται, λοιπόν, πως ο Πατροκοσμάς ήταν γνωστός στο Σουλτάνο από τις Εκθέσεις, που έστελναν οι Πασάδες των διαφόρων περιοχών που πήγαινε, σχετικά με τη δράση του και την επιρροή του στο λαό και στους Τούρκους ακόμη. Ήταν πολύ διπλωματική η απόφαση του Σουλτάνου, αφού σκοπός του ήταν να λύσει ειρηνικά το πρόβλημα με τους ραγιάδες, ύστερα από τις παρακλήσεις και την εισήγηση του Πατριάρχου, των Αρχιερέων  και των χριστιανών Πρέσβεων. Το φιρμάνι του Σουλτάνου ήταν το σημαντικότερο μέσο του Αγίου Κοσμά για να περιοδεύσει όλες τις τουρκικές επαρχίες χωρίς προβλήματα. Η άδεια του Πατριάρχη Σωφρονίου Β΄, ήταν αυτή που του έδινε τη δυνατότητα να διδάσκει σ’ όλες τις Μητροπόλεις. Έτσι δικαιολογείται η συμπεριφορά των Τούρκων απέναντί του, τα χρήματα που του πρόσφεραν για την ανέγερση των Σχολείων, η ακρόαση των Διδαχών του και από μπέηδες και πασάδες. Έτσι δικαιολογούνται, ο ενθουσιασμός και ο ξεσηκωμός, που επέφερε απ’ όπου περνούσε, το πλήθος των Σχολείων που σύστησε, οι Επιστολές που έστειλε, οι Εκκλησίες που επιδιόρθωσε και ανοικοδόμησε. Ο Άγιος επανέφερε την τάξη και συνέχισε το μεγάλο του έργο μέχρι τη στιγμή, που το υπέγραψε με το αίμα του στα χώματα της μαρτυρικής Βορείου Ηπείρου. Το βαρύ έργο που ανέλαβε κατά την τελευταία του περιοδεία, πρόλαβε τη μεγαλύτερη συμφορά που ετοίμαζε ο Σουλτάνος για το Γένος των Ελλήνων, τον ολοκληρωτικό εξανδραποδισμό και την κατοίκηση του ελληνικού χώρου από βάρβαρους Τούρκους.