25η Μαρτίου 2013
Κρυφό Σχολειό (παρουσίαση)
{mp4}krifo_sxoleio{/mp4}
Αφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον τελευταίο αυτοκράτορα
1453 – 2013 (560 χρόνια από την Άλωση)
{gallery}fotos/foto_25Martiou2013{/gallery}
Η σημερινή μας γιορτή έχει μια ιδιαιτερότητα. Σήμερα θα μιλήσουμε για τη πιο μελανή σελίδα του Ελληνισμού, στα 4000 χιλιάδες χρόνια της παρουσίας του σ΄ αυτόν τον ευλογημένο τόπο, που λέγεται Ελλάδα. Με τα μέσα της σύγχρονης τεχνολογίας θα έχουμε εικόνα, ήχο, μουσική, κίνηση (χορό), κείμενα και απαγγελίες που θα μας φέρουν κοντά στις τελευταίες στιγμές της Πόλης, και της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας, του ήρωα και μάρτυρα Κ. Παλαιολόγου & της Αγια Σοφιάς. Φέτος συμπληρώνονται 560 χρόνια από τη θρυλική άλωση της Πόλης. Η άλωση και η υποδούλωση του ελληνισμού στους Τούρκους ήταν η αφορμή του μεγάλου ξεσηκωμού του Γένους κατά την Επανάσταση του 1821 και των ηρωϊκών κατορθωμάτων που ακολούθησαν για την Ελευθερία, και που γιορτάζουμε σήμερα.
Για να καταλάβουμε αυτά που θα ακολουθήσουν, λίγα λόγια για τις τελευταίες ημέρες της Πόλης, πριν την άλωση. Μετά το 1430 η βυζαντινή αυτοκρατορία περιλαμβάνει μόνο την Κων/πολη με τα περίχωρά της & το Δεσποτάτο του Μορέως. Το 1448 στο βυζαντινό θρόνο ανεβαίνει ο Κων/νος Παλαιολόγος. Το 1451 ο νεαρός Μωάμεθ Β΄ γίνεται ο σουλτάνος των Τούρκων & βάζει αμέσως σε εφαρμογή το σχέδιό του για την κατάληψη της Πόλης. Απομονώνει την Κων/πολη, διακόπτοντας κάθε επικοινωνία με το Μοριά & τα νησιά. Κατασκευάζει το φρούριο Ρούμελη Χισάρ στην ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου, συγκεντρώνει στόλο στην Καλλίπολη & στο Βόσπορο. Το μεγάλο πλεονέκτημά του ήταν το πυροβολικό. 70 πυροβολικά γύρω γύρω από τα χερσαία τείχη κι ένα τεράστιο πυροβόλο, μήκους 8 μέτρων, η μεγάλη μπομπάρδα, απέναντι από την πύλη του Αγίου Ρωμανού. Ο στρατός του ανέρχονταν σε 160.000 άνδρες, ο στόλος του σε 150 καράβια. Οι υπερασπιστές της Πόλης δεν ξεπέρασαν τις 8000 & ο στόλος έφθανε τα 25 επανδρωμένα πλοία. Ο αυτοκράτορας, Κων/νος Παλαιολόγος, παρά τις αναμφισβήτητες ικανότητές του & τις μεγάλες του προσπάθειές του, δε μπορεί να σώσει την Πόλη.
Η πολιορκία άρχισε στις 5 Απριλίου του 1453 και κράτησε 55 μέρες. Οι υπερασπιστές της Πόλης, ακόμα και ο άμαχος πληθυσμός, μάχονταν υπεράνθρωπα & έφεραν σε πολύ δύσκολη θέση τον Μωάμεθ. Η γενναία απάντηση του αυτοκράτορα, η γενναία αντίσταση των πολιορκημένων, οι φήμες για, δήθεν, επικείμενη βοήθεια από τη Δύση, έκαναν το σουλτάνο να συγκαλέσει συμβούλιο & να καταθέσει την αγωνία του, για το αν θα συνεχίσει την πολιορκία. Αποφασίστηκε η συνέχιση της πολιορκίας & άλωση της Πόλης. Ο Μωάμεθ καθόρισε την 29η Μαίου 1453 ως ημέρα γενικής επίθεσης. Η πτώση της Πόλης ήταν αναπόφευκτη…
Α΄ Μέρος
Πήραν την Πόλιν, πήραν την… Δημοτικό
Πήραν την Πόλιν, πήραν την… πήραν τη Σαλονίκη,
πήρανε την Αγιά Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
πούχει σαράντα σήμαντρα κι εξήντα δυό καμπάνες,
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος..
Σιμά να βγούνε τα ιερά κι ο βασιλιάς του κόσμου,
περιστερά κατέβηκεν από τα μεσουράνια.
Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ’ άγια,
παπάδες, πάρτε τα ιερά και σεις κεριά σβηστείτε,
γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει.
Η Δέσποινα ταράχτηκε και δάκρυσαν οι εικόνες.
Σώπασε κερά Δέσποινα κι εσείς κόνες να μην κλαίτε
Πάλι με χρόνους με καιρούς πάλι δική σου θάναι.
Πάλι με χρόνους με καιρούς πάλι δική σου θάναι.
πάλι δική σου θάναι.
29 Μαίου 1453.
«Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μεσ’ στη χώρα…»
Τραγούδι: Της Αγια-Σοφιάς (Δημοτικό)
Σημαίνει ο Θιος, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια,
Σημαίνει κι η Αγιά-Σοφιά, το μεγα μοναστήρι
Με τετρακόσια σήμαντρα κι εξηνταδυό καμπάνες,
Κάθε καμπάνα και παπάς , κάθε παπάς και διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης
Κι απ΄ την πολλή την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνες
Να μπούνε στο χερουβικό και να΄ βγη ο βασιλέας,
Ψιλή φωνή εξέφυγε απ΄αρχαγγέλου στόμα.
«Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ΄ άγια
Γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει
Μόν στείλτε λόγο στη Φραγκιά, να ρτούνε τρία καράβια
τόνα να πάρει το σταυρό και τ΄ άλλο το Βαγγέλιο΄
το τρίτο το καλύτερο, την άγια Τράπεζά μας
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας τη μαγαρίσουν»
Β΄ Μέρος Οι τελευταίες στιγμές της Πόλης, με προβολή εικόνων της πολιορκίας
Αναγνώστρια: Οι τελευταίες στιγμές της Πόλης
Τις τελευταίες στιγμές του μάρτυρα αυτοκράτορα δίνουν παραστατικά οι ιστορικοί της Αλώσεως, Φραντζής, Κριτόβουλος και Δούκας, o ιστορικός μας Κων/νος Παπαρρηγόπουλος στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», ο Ρώσσος ιστορικός Βασίλιεφ, ο ποιητής Γεώργιος Βιζυηνός στο λυρικό ποίημα του «Ο τελευταίος Παλαιολόγος», όπως και πολλοί άλλοι νεοέλληνες ποιητές, οι λαϊκές παραδόσεις και οι θρύλοι για το πάρσιμο της Πόλης που φθάνουν ως τις μέρες μας..
Ο ιστορικός της Αλώσεως, Γεώργιος Φραντζής, συμπολεμιστής του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ο οποίος έζησε τις τελευταίες στιγμές της Πόλης, μας διασώζει την άρνηση του Παλαιολόγου να παραδώσει την Πόλη στον Μωάμεθ, κατά τον μεταξύ τους διάλογο, ως εξής:«Το την Πόλιν σοι δούναι ουτ’ εμόν εστίν ουτ’ άλλου τινός των ώδε κατοικούντων. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών». «Το να σου παραδώσω την πόλη, δεν είναι θέμα ούτε δικό μου ούτε άλλου κατοίκου της, καθώς με κοινή απόφαση όλοι αυτοπροαίρετα θα πεθάνουμε και δε θα λογαριάσουμε τη ζωή μας». Έτσι βροντοφώνησε στον Πορθητή αρνούμενος υποταγή ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος.
Ακούσαμε λοιπόν εμείς μέσα στην πόλη τόσο μεγάλη οχλοβοή, σαν ήχο έντονης θαλασσοταραχής, και σκεφτόμασταν άραγε τι είναι. Μετά από λίγο βεβαιωθήκαμε και επαληθεύτηκε ότι για την επαύριο ο αμιράς ετοίμασε χερσαίο και θαλάσσιο πόλεμο για την πόλη, με όση σφοδρότητα μπορούσε. Κι εμείς βλέποντας το τόσο μεγάλο πλήθος των ασεβών (όπως μου φάνηκε, πραγματικά για κάθε έναν από εμάς αντιστοιχούσαν πεντακόσιοι και περισσότεροι από αυτούς), αναθέσαμε όλες μας τις ελπίδες στην Πρόνοια του Θεού. Και με προσταγή του βασιλιά, ιερείς, αρχιερείς και μοναχοί, γυναίκες και παιδιά κρατώντας τις άγιες και σεπτές εικόνες καθώς και τα «θεία εκτυπώματα», γύριζαν στα τείχη της πόλης και με δάκρυα φώναζαν το «Κύριε ελέησον» και ικέτευαν τον Θεό να μη μας παραδώσει για τις αμαρτίες μας σε χέρια εχθρών άνομων και αποστατών και των πιο πονηρών σε όλη τη γη, αλλά να μας λυπηθεί. Και κλαίγοντας, ο ένας στον άλλον έδιναν θάρρος, για να αντισταθούν γενναία στους εχθρούς την ώρα της μάχης. Παρόμοια και ο βασιλιάς, το ίδιο οδυνηρό δειλινό της δευτέρας, αφού συγκέντρωσε όλους τους αξιωματούχους, τους άρχοντες και αρχομένους, δημάρχους και εκατόνταρχους και άλλους εκλεκτούς στρατιώτες, είπε τα εξής:
Ο τελευταίος λόγος του Παλαιολόγου πριν την άλωση της Πόλης
«Εσείς λοιπόν ευγενέστατοι άρχοντες και εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί και γενναιότατοι συμπολεμιστές και όλος ο πιστός και τίμιος λαός, γνωρίζετε καλά ότι ήρθε η ώρα και ο εχθρός της πίστης μας θέλει, με κάθε μέσο και τέχνασμα, να μας φέρει σε πολύ δυσκολότερη θέση και με όλη του τη δύναμη να μας πολεμήσει σφοδρά με μεγάλη συμπλοκή στην ξηρά και στη θάλασσα, για να μας δηλητηριάσει, αν μπορεί, σαν το φίδι και να μας καταπιεί σαν το λιοντάρι. Για αυτό σας μιλώ και σας παρακαλώ να σταθείτε με ανδρεία και γενναία ψυχή, όπως κάνατε πάντα ως τώρα, ενάντια στους εχθρούς της πίστης μας. Σας παραδίδω λοιπόν την εκλαμπρότατη και περίφημη αυτή πόλη και πατρίδα μας και βασιλεύουσα των πόλεων.
Γνωρίζετε βέβαια καλά, αδελφοί, ότι για τέσσερα πράγματα οφείλουμε από κοινού να προτιμήσουμε περισσότερο να πεθάνουμε παρά να ζούμε. Πρώτα για την πίστη μας και την ευσέβεια, δεύτερον για την πατρίδα, τρίτον για τον βασιλιά σαν χρισμένο κύριό μας και τέταρτον για τους συγγενείς και φίλους. Λοιπόν, αδελφοί, αν οφείλουμε να αγωνιζόμαστε ως το θάνατο για ένα μόνο από τα τέσσερα, πολύ περισσότερο για όλα αυτά μαζί, καθώς, όπως ολοφάνερα το βλέπετε, όλα πρόκειται να τα στερηθούμε.
Αν για τα δικά μου πλημμελήματα παραχωρήσει ο Θεός τη νίκη στους ασεβείς, αγωνιζόμαστε για την πίστη μας την αγία, την οποία ο Χριστός με το δικό του αίμα μας χάρισε. Κι αν ακόμα κερδίσει κάποιος όλο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του, ποιο το όφελος; Δεύτερον, με τον ίδιο τρόπο θα χάσουμε την περίφημη πατρίδα και την ελευθερία μας. Τρίτον, χάνουμε και τη βασιλεία, την κάποτε περίλαμπρη και τώρα ταπεινωμένη και ντροπιασμένη και αποδυναμωμένη, και εξουσιάζεται από τύραννο και ασεβή. Τέταρτον, στερούμαστε και τα πολυαγαπημένα μας παιδιά, και τις συζύγους μας και τους συγγενείς.
Ο αλιτήριος αυτός αμιράς έχει πενήντα εφτά ημέρες αφότου ήρθε, και μας πολιορκεί και μας πολεμάει νυχθημερόν, με κάθε τέχνασμα και με όλη του την ισχύ. Χάρη στον παντεπόπτη Χριστό και Κύριό μας, διώχτηκε ντροπιασμένος κακήν κακώς πολλές φορές ως τώρα από τα τείχη. Μη δειλιάσετε και τώρα, αδερφοί, επειδή το τείχος έπεσε σε μερικά μέρη από τα βλήματα και τις εκπυρσοκροτήσεις των τηλεβόλων, γιατί, όπως και εσείς βλέπετε, όπως μπορούσαμε το διορθώσαμε. Εμείς κάθε ελπίδα μας τη στηρίζουμε στην ακαταμάχητη δύναμη του Θεού. Αυτοί έχουν πλήθος όπλα και στρατό και ιππικό, αλλά εμείς έχουμε πίστη στο όνομα του Κυρίου και σωτήρα και, δεύτερον, στα χέρια μας και τη δύναμή μας, που μας χάρισε η θεία πρόνοια. Ξέρω ότι αυτό το αναρίθμητο μπουλούκι των εχθρών, καθώς είναι η συνήθειά τους, θα βαδίσει εναντίον μας με βαναυσότητα και με έπαρση, με πολύ θράσος και βία, για να μας συνθλίψουν, λόγω του ολιγάριθμου της παράταξής μας, και να μας καταπονήσουν με την κούραση, και με φωνές πολλές και ισχυρές να μας φοβίσουν.
Ξέρετε καλά πως ο ασεβέστατος αυτός αμιράς και εχθρός της αγίας μας πίστης, χωρίς καμιά δικαιολογημένη αιτία, καταπάτησε την ειρήνη που είχαμε και αθέτησε τους πολλούς του όρκους χωρίς να λογαριάζει τίποτε· φτάνοντας ξαφνικά εδώ έστησε οχυρό στο στενό του Ασωμάτου, για να μπορεί να μας βλάπτει κάθε μέρα. Τα χωράφια μας, τους κήπους μας, τα οικογενειακά μας καταφύγια, τα σπίτια μας τα έχει κιόλας πυρπολήσει. Τους αδερφούς μας τους Χριστιανούς, όσους βρήκε, τους θανάτωσε και τους αιχμαλώτισε.
Ήρθε λοιπόν, αδερφοί, και μας απέκλεισε, και κάθε μέρα έχει ανοιχτό το αχανές στόμα του για να βρει ευκαιρία να μας καταπιεί, εμάς και την Πόλη που έκτισε ο τρισμακάριστος και μέγας βασιλεύς Κωνσταντίνος, και την αφιέρωσε στην πάναγνη και αειπάρθενη δέσποινά μας, τη Θεοτόκο· και τη χάρισε σ’ εκείνη, ώστε να είναι Κυρία της Πόλεως, αλλά και σύμμαχός της και σκέπη της πατρίδας μας και καταφύγιο των χριστιανών, ελπίδα και χαρά όλων των Ελλήνων, το καύχημα όλων που ζουν κάτω από τον ήλιο. Και αυτός ο ασεβέστατος την άλλοτε περιφανή και ζωηρή σαν ρόδο του αγρού Πόλη, θέλει να την υπαγάγει υπό την εξουσία του. Σκέφτεται να μας υποδουλώσει, και την Πόλη που κυριαρχεί στον κόσμο, να την υποτάξει σε ζυγό και δουλεία, και τις άγιες εκκλησίες μας, όπου προσκυνούνταν η αγία Τριάδα και δοξολογούνταν ο Θεός, και όπου οι άγγελοι ακούγονταν να υμνούν τη Θεία και ένσαρκη πρόνοια του Λόγου του Θεού, Θέλει να τις κάνει προσκύνημα της δικής του βλασφημίας και του ανόητου ψευδοπροφήτη του Μωάμεθ, και στάβλο για άλογα και καμήλες.
Λοιπόν, αδερφοί και συμμαχητές, θυμηθείτε όλα αυτά, για να μνημονεύουν τη δόξα σας και την ελευθεροφροσύνη σας αιώνια. Nα είσαστε έτοιμοι το πρωί. Με τη χάρη και την αρετή που μας δώρισε ο Θεός και με τη βοήθεια της Αγίας Τριάδος, στην οποία αναθέτουμε “την πάσαν ελπίδα μας”. Θα κάνουμε τον εχθρό να φύγει κακήν κακώς και ντροπιασμένος από εδώ».
Η τελευταία Θεία Λειτουργία στην Αγιά Σοφιά
Ο μεγάλος Ρώσσος ιστορικός Βασίλιεφ, στην «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας», γράφει: «Ημεγάλη θεία λειτουργία εκείνης της βραδιάς 28ης Μαίου 1453 – η οποία πρέπει να κατέχει ξεχωριστή θέση στην ιστορία. ήταν ή τελευταία Χριστιανική ακολουθία πού έλαβε χώρα στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Ό Αυτοκράτορας καί όσοι από τους αρχηγούς μπορούσαν ήταν παρόντες και ο ναός για μια φορά ακόμη – την τελευταία – γέμισε από πιστούς Χριστιανούς. Δε χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια της φαντασίας για να περιγραφεί ή σκηνή. Το εσωτερικό της εκκλησίας ήταν το ωραιότερο πού είχε ποτέ δημιουργηθεί από τήν Χριστιανική τέχνη καί η ωραιότητα του αύξανε, χάρη στα μεγαλοπρεπή του εξαρτήματα. Ό Πατριάρχης, το πλήθος των ιερέων, ο Αυτοκράτορας καί οι ευγενείς – το τελευταία υπολείμματα της άλλοτε μεγαλοπρεπούς και γενναίας αριστοκρατίας τού Βυζαντίου – ιερείς καί στρατιώτες, όλοι µαζί βρίσκονταν εκεί. ..
Ο Αυτοκράτορας καί ή ακολουθία του µετέλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων καί αποχαιρέτησαν τον Πατριάρχη. Ή Ιερή ακολουθία στην πραγματικότητα ήταν μια επιθανάτια λειτουργία. Ή Αυτοκρατορία αντιμετώπιζε τήν αγωνία καί έπρεπε, η Ακολουθία να γίνει δηµόσια, στην πιο ωραία της εκκλησία καί μπροστά στον τελευταίο γενναίο της Αυτοκράτορα . Αν ή σκηνή της στέψεως τού Καρόλου τού Μεγάλου καί της δημιουργίας µιας Αυτοκρατορίας – τήν οποία τόσο ζωντανά περιγράφει ο Bryce – ανήκει στις πιο γραφικές της Ιστορίας, ή σκηνή της τελευταίας Λειτουργίας, πού έγινε στην Αγία Σοφία, είναι ασφαλώς από τις πιο τραγικές». Α.Α. BAΣIΛIΕΦ «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας».
Οι τελευταίες στιγμές του αυτοκράτορα
Ο μεγάλος μας ιστορικός, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», αναφέρει: «Στιγµή φοβερά! Ό Κωνσταντίνος, όστις επί τεσσάρας ήδη ώραςείχε αποκρούσει τεσσάρας µεγάλας εφόδουςκαι ήλπιζεν ότι επί τέλους θέλει κατισχύσει της επιµονής του Μεχµέτ Β, είδεν απροσδοκήτως τούς πολεμίους εισβάλοντας εντός των τειχών καί εαυτόν πανταχόθεν περικυκλωθέντα. Τότε απηλπίσθη καί κεντήσας τον ίππον ώρµησεν εις το πυκνότερο των αντιπάλων στίφοςαγωνιζόμενος ως ο έσχατοςτων στρατιωτών (και το αίµα ποταμηδόν εκ των ποδών και των χειρών αυτού έρρεε), λέγει ό Φραντζής.
Τελευταίον όµως αναγκάσθηκαν πάντες να ενδώσουν εις τον από στιγμής εις στιγμήν κορυφούμενο χείμαρρο. Οι πλείστοι των ανωτέρων αξιωματικών είχαν πέσει, Οι δε λοιποί συμπαρεσύρθηκαν µετά τού σµήνους των πανταχόθενεπιδραµόντων. Τήν στιγµήν ταύτη ό βασιλεύς ανέκραξε κατά Δούκα (Δεν υπάρχει χριστιανός να λάβει την κεφαλήν μου;) Κατά δε τον Κριτόβουλον (ή πόλις αλίσκεται, και εγώ ζω έτι;) Μόλις δ’ επρόφερε τας λέξεις ταύτας και εις των Τούρκων επλήγωσεν αυτόν κατά πρόσωπον. Ό Κωνσταντίνος απέδωκεν αμέσωςτήν πληγή, άλλ’ έτερος εκ των όπισθεν, έπήνεγκε κατ’ αυτού τραύμα καίριον ως τε ό βασιλεύς έπεσε, όπως και ή πόλις ουχί ότε κατά µέτωπον προσεβλήθη, αλλά κατά νώτον βληθείς, έπεσεν εν ή εξ αρχής έλαβε τάξει καί έµεινεν εκεί κατά γης κείμενος μεταξύ µυρίων άλλωννεκρών, διότι, καίτοι φορών τα, ερυθρά πέδιλα, εν οίς ήσαν κεντημένοι χρυσοί αετοί, δεν παρετηρήθη τις ήτο υπό των ανθρώπων εκείνων, οίτινες έσπευδον εις τα ενδότερα της πόλεως επί αρπαγή και λεία».
Η ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΓΙΑ ΤΟ «ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ»
«Όταν ήρθε η ώρα να τουρκέψει η Πόλη, και μπήκαν μέσα οι Τούρκοι, έτρεξε ο βασιλιάς μας καβάλα στ’ άλογό του να τους εμποδίσει. Ήταν πλήθος αρίφνητο η Τουρκιά, χιλιάδες τον έβαλαν στη μέση, κ’ εκείνος χτυπούσε κ’ έκοβε αδιάκοπα με το σπαθί του. Τότε σκοτώθη τ’ άλογό του, κ’ έπεσε κ’ αυτός. Κ’ εκεί που ένας Αράπης σήκωσε το σπαθί του να χτυπήση το βασιλιά, ήρθε άγγελος Κυρίου και τον άρπαξε, και τον πήγε σε μια σπηλιά βαθιά στη γη κάτω, κοντά στη Χρυσόπορτα.
Εκεί μένει μαρμαρωμένος ο βασιλιάς, και καρτερεί την ώρα νάρθη πάλι ο άγγελος να τον σηκώση. Οι Τούρκοι το ξεύρουν αυτό, μα δεν μπορούν να βρουν τη σπηλιά που είναι ο βασιλιάς γι’ αυτό έχτισαν την πόρτα που ξεύρουν πως απ’ αυτή θα έμπει ο βασιλιάς για να τους πάρη πίσω την Πόλη. Μα όταν είναι το θέλημα του θεού, θα κατεβή ο άγγελος στη σπηλιά και θα τον ξεμαρμαρώσει, και θα του δώσει στο χέρι πάλι το σπαθί, που είχε στη μάχη. Και θα σηκωθή ο βασιλιάς, και θα μπη στην Πόλη από τη Χρυσόπορτα, και κυνηγώντας με τα φουσσάτα του τους Τούρκους, θα τους διώξη ως την Κόκκινη Μηλιά. Και θα γίνη μεγάλος σκοτωμός, που θα κολυμπήση το μουσκάρι στο αίμα».
Μαρία Α. Μαμασούλα, Φιλόλογος, Δ/ρ Παιδαγωγικής.
Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ δεν πέθανε.
Κανένας δεν τον αναγνώρισε νεκρό. Κανένας δεν ξέρει που είναι ακριβώς ο τάφος του. Αλλά ούτε μπορούσε να πεθάνει, πριν την λύτρωση. Η λειτουργία δεν τελείωσε. Η Εκκλησία δεν τον ανακήρυξε Άγιο. Το έθνος δεν τον τίμησε, όπως θα τον τιμούσε, αν είχε πεθάνει. Όλοι οι ιστορικοί της Άλωσης δίνουν ισάξιο βάθος με την κινδυνεύουσα Πόλη, στον κεντρικό ήρωα της, τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Ο Φραντζής, ο Δούκας, ο Κριτόβουλος, μιλούν με θαυμασμό για τον τελευταίο αυτοκράτορα του Γένους…Μπορεί την μαύρη εκείνη Τρίτη της 29ης Μαΐου του 1453 να έπεσε η προδομένη Πόλη, αλλά δεν έπεσε το Έθνος!
Τούρκεψε, ναι, μα είν’ ελληνική κι ελληνική θα μείνει… κι ας την κρατούν κι ας την πατούν…Τουρκάλα δε θα γίνει.
Μπορεί να βεβηλώθηκε η Μεγάλη Εκκλησία, αλλά έζησε η Ορθοδοξία! Μπορεί να λαβώθηκε ο αυτοκράτορας, αλλά δεν πέθανε! Ατρόμητος στάθηκε ως την τελευταία στιγμή στις επάλξεις και όταν έπαψε το σώμα να παλεύει, ο Λαός ο Ελληνικός, που δεν τον ντρόπιασε με τη φυγή ο αυτοκράτοράς του, τον ανέστησε στους θρύλους και στα όνειρα του, στις προσδοκίες και στους ξεσηκωμούς του. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έζησε 48 χρόνια ως άνθρωπος και ζει πάνω από 500 χρόνια ως ημίθεος, με μοναδική λάμψη και ωραιότητα, σε κάθε «πραγματικά ελληνική καρδιά». Διότι δεν ήταν μόνο η θυσία του σημείο αναφοράς. Ήταν και εκείνα τα λόγια, τα γενναία λόγια ενός νεώτερου Λεωνίδα, προς τον Μωάμεθ: «Το την Πόλιν σοι δούναι ουτ’ εμόν εστίν ουτ’ άλλου τινός των ώδε κατοικούντων. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Πώς γεννιέται ένας θρύλος, πώς ένας θρύλος μπορεί να εμπνέει αιώνες το σκλαβωμένο ρωμέικο και να του δίνει τη δύναμη, τέσσερις αιώνες μετά, να σηκώσει κεφάλι; Ο σπόρος του μεγαλύτερου θρύλου που γέννησαν τα τελευταία 2.000 χρόνια της ιστορίας μας, του θρύλου του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, βρίσκεται στο τραγικό μεγαλείο του τελευταίου μας Αυτοκράτορα. Κανένας άλλος λαός στη γη δε διατηρεί το Μαρμαρωμένο Βασιλιά του, που τον φρουρούν Αρχάγγελοι ώσπου νάρθει η μέρα, που «με χρόνια, με καιρούς» θα σηκωθεί να πολεμήσει για να πάρει την Πόλη από του Τούρκου τα χέρια… Οι τελευταίες στιγμές του Αυτοκράτορα που μετουσιώθηκε στην λειτουργία που δεν τέλειωσε ποτέ, έγιναν παρακαταθήκη ιερή για κάθε Έλληνα.
Τη Βασιλεύουσα δε χάσαμε, την Πόλη μας με το Μαρμαρωμένο Βασιλιά μας. Ζει, βασιλεύει πάντα εδώ στη σκέψη μας και στη καρδιά μας.
Οι καημοί, οι πόνοι, οι ανησυχίες, γίνονται τραγούδι στο στόμα του Ελληνικού λαού που πυρακτώνει την ελπίδα και εκφράζει το μεγαλείο της φυλής που ξέρει να περιμένει, να προσδοκά και μέσα από τα αποκαίδια και τη στάχτη. Την Άλωση ακολούθησαν, το σχέδιο του σουλτάνου ν’ αφήσει ακέφαλο τον ελληνισμό, οι εξισλαμισμοί, οι ασέλγειες, τα χαρέμια, ο εξευτελισμός, τα σκλαβοπάζαρα….
Κι ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς κοιμάται ακόμα… Έφθασε η ώρα του ξεσηκωμού το 1821, και οι Έλληνες πολέμησαν μόνοι τους, χωρίς εκείνον μπροστάρη κι οδηγό… Τον είχαν όμως μέσα στις καρδιές τους. Ο Κολοκοτρώνης έλεγε: “Έχουμε βασιλιά τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο στην Πόλη”. Ο Παλαιολόγος ζούσε σ’ όλα τα όνειρα του Έθνους. Ζούσε στο 1821, ζούσε στους αγώνες του 1912-13. Ζούσε στο 1916-22. Ζούσε στο 1940-44 και στο 1974. Ζούσε και ζει σε όλες τις στιγμές του Έθνους! Και από κει που βρίσκεται καθοδηγεί τους Έλληνες.
Αν σήμερα θέλουμε να τιμήσουμε την μνήμη του τελευταίου Αυτοκράτορα, όπως του αξίζει, ένα καθήκον ιερό έχουμε να επιτελέσουμε απέναντι του, αλλά και απέναντι στο Γένος. Πρέπει να διατηρήσουμε την Εθνική μας συνείδηση και την ταυτότητα μας. Δεν είμαστε ένας τυχαίος Λαός. Η γη που πατάμε είναι ποτισμένη από τα αίματα ηρώων, την Ελευθερία μας την αποκτήσαμε με “αρετή και τόλμη”, έχουμε ιστορία!
Οι συνθήκες φαίνονται να είναι δύσκολες για το σύγχρονο Ελληνισμό. Τα προβλήματα πολλά, οι κίνδυνοι μεγάλοι, οι απειλές υπαρκτές. Ωστόσο η ιστορία και το παρελθόν μας, μας επιτρέπουν να είμαστε αισιόδοξοι. Η διαχρονική πορεία του Ελληνισμού είναι συνυφασμένη με τη δοκιμασία. Είναι μια δοκιμασία με μικρές μόνο πτώσεις, που επιτρέπουν την ανάκαμψη και την ανανέωση για τη συνέχιση του αγώνα. Τόσο στο εθνικό επίπεδο, όσο και στο θρησκευτικό, οι Ορθόδοξοι Έλληνες ανέκαθεν δέχονταν τα πυρά διαφόρων εχθρών. Και πάντοτε κατόρθωναν να αφυπνίζονται και να μεγαλουργούν, όταν η πατρίδα τους καλούσε, αρκεί να υπάρχει ομόνοια και πίστη. Οι μέρες που διερχόμαστε, πονηρές και επικίνδυνες για τη χώρα μας, απαιτούν περίσκεψη, προβληματισμό, σοβαρότητα, υπευθυνότητα, ομοψυχία και προπαντός ακεραιότητα, εθνική συνείδηση και αμετακίνητο εθνικό φρόνημα απ’ όλους.
Ας σκύψουμε στις σελίδες της ιστορίας μας να δούμε διαχρονικά τη συμπεριφορά όλων των ξένων απέναντι στη χώρα μας, και να αποφασίσουμε να πολεμήσουμε με κάθε τρόπο για να αναστήσουμε και να διατηρήσουμε μέσα μας τη Μεγάλη Ιδέα που δεν έσβησε και δε θα σβήσει ποτέ, γιατί, «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θάναι».
Σήμανε καμπάνα της Αγια Σοφιάς, σήμανε με πόνο να σ’ ακούσουν όλοι… όλοι οι Ελληνες στα πέρατα της οικουμένης που περιμένουν νάρθει η μεγάλη μέρα που θ’ αναστηθεί ο Μαρμαρωμένος βασιλιάς για να κυνηγήσει τους Τούρκους ως την κόκκινη Μηλιά, που θα σημάνουν πάλι τα σήμαντρα της Αγια Σοφιάς, που θα μπούμε πάλι μέσα στην Πόλη και θα σταματήσει ο θρήνος της Παναγιάς της Δέσποινας και όλων των Αγίων.
Γιατί, ποιός τώπε, πως ξεχάσαμε; τι είν’ τάχα κει, μισή χιλιάδα χρόνια,
για τη Μεγάλη Ιδέα, για τους Έλληνες, για την Ελλάδα την αιώνια;
§ Ελληνικοί χοροί από την Πόλη, από το χορευτικό όμιλο «Οι Μερακλήδες»