H Αυθεντία κύριος μοχλός της Αγωγής

ΟΥΡΑΝΙΑΣ Α. ΛΑΝΑΡΑ

ΓΕΝ. ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΟΥ Μ.Ε.

ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ

Το αναγκαίο και η δύναμη της Αυθεντίας

Τι είναι Αυθεντία;

Το ανώτερο κύρος, η δεσπόζουσα αρχή, το κανονιστικό υπερεγώ. Είναι «ο ηγεμών νους», που κατευθύνει σε υψηλούς στόχους, σε ιδέες και αρχές, στο Αιώνιο.

Ότι είναι ο ήλιος για το πλανητικό μας σύστημα, είναι η αυθεντία για κάθε μορφή του ατομικού και κοινωνικού βίου: Πηγή ζωής, εστία ακτινοβολίας, μυστηριώδης ελκτική δύναμη με δύο πόλους, τον κεντρομόλο και τον κεντρόφυγα, αιτία της ισορροπίας και δημιουργός της αρμονίας.

Το Θείο είναι η υπέρτατη Αυθεντία, η πηγή κάθε αυθεντίας και πιο αναγκαία από κάθε άλλη. Είναι το δεσποτικό και παντοκρατορικό Πνεύμα. Και δεν μπορεί ο άνθρωπος να αποσπασθεί από Αυτήν, χωρίς συνέπειες οδυνηρές.

Καταβάλλει πάντοτε αδρά τα λύτρα της αποσχίσεώς του από τη θεία Αυθεντία. Όλα τα δράματα τα συνειδησιακά, ατομικά και κοινωνικά και εθνικά, που έχουν δημιουργηθεί δια μέσου των αιώνων και έχουν καταγραφεί στις σελίδες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, είναι αποτελέσματα της απομακρύνσεως του ανθρώπου από το Θείο, συνέπεια της αγέρωχης προσταγής του : “Απόστα απ’εμού, ο Θεός, οδούς Σου ειδέναι ου βουλήσομαι».

Η Εκκλησία είναι επίσης μια αυθεντία. Ο Νόμος, γιατί πηγάζει από το Θείο. «Νόμος πάντων βασιλεύς» κατά τον Πίνδαρο. Η Παράδοση είναι αυθεντία. Και ο Αρχηγός του Κράτους, ο Αρχηγός της Οικογένειας, ο Παιδαγωγός, ο Κατηχητής, ο αρχηγός Ομάδας, κοινωνικής ή θρησκευτικής, ο Ηγούμενος, ο Προϊστάμενος, ο Επίσκοπος αυθεντίες είναι.

Είναι η Αυθεντία, η προσωπική υπεροχή και επιρροή, με την οποία ένα άτομο κατορθώνει να το πιστεύουν, να το υπακούουν και να το σέβονται, συγχρόνως δε επιβάλλεται στην κρίση, στη θέληση και στο συναίσθημα των άλλων.

Η Αυθεντία ανήκει στην κοινωνική κατηγορία των αισθημάτων ιεραρχίας και μέσα της συνοψίζει τα αισθήματα της υποταγής αλλά και της στοργής, του σεβασμού αλλά και της αγάπης, του φόβου αλλά και της αφοσιώσεως.

Είναι ένα Εγώ ανώτερο, υψηλότερο, «αξιότερο», ένα Εγώ που ακτινοβολεί, που στηρίζει, που κατευθύνει. Είναι το Εγώ εκείνο, μέσα στο οποίο «έχει συντελεσθεί μεγάλη και ιερή ζωή», γιατί πρόκειται τη ζωή αυτή «να την ξυπνήσει μέσα σ’άλλους», όπως ωραία είπε ο Ε. Σπράγκερ (Ed. Spranger). Είναι η ύπαρξη εκείνη «η σκληρή σαν το διαμάντι, αλλά πιο στοργική από μια μητέρα», κατά την έκφραση του Jean le Presbytre.

Είναι η παρουσία εκείνη, «που αποπνέει κύρος. Ένα κύρος, που δεν πηγάζει από την αυθαιρεσία, το αξίωμα, το κεκτημένο δικαίωμα, την τυπική αρμοδιότητα. Αλλά είναι απόρροια φιλοσοφημένης ζωής, είναι ακτινοβολία προσωπικότητας, είναι δύναμη που δεν καθηλώνει, αλλά εμπνέει τους άλλους».

Αυτό είναι η Αυθεντία. Το  κ λ ε ι δ ί  για την αποτυχία ή την επιτυχία.

Η  ρ ί ζ α  για μόνη τη φυλλωσιά ή την καρποφορία.

Το  θ ε μ έ λ ι ο  για την καλύβα ή την πολυκατοικία.

Είναι η Αυθεντία, αυτή που αφυπνίζει ό,τι ευγενικό υπάρχει στον άνθρωπο; Τις ιδέες, τις Αξίες, τα Αρχέτυπα. Στρέφει την ύπαρξη προς το Ωραίο, το Αληθινό, προς την Αγάπη, τη Δικαιοσύνη, την Ομορφιά.

Ανθρωποποιεί τον άνθρωπο και τον εξημερώνει. Τον βοηθάει, ώστε «η μακρά πραγματεία» του βίου να καταλήξει σε καλό τέρμα και το Αγαθό να γίνει «κτήμα ές αεί» της ψυχής, κατά την Πλατωνική έκφραση.

Τον οριοθετεί και τον σημασιοδοτεί.

Τον καλλιεργεί και τον μορφοποιεί.

Του δίδει βαρύτητα και αξία.

Ο άνθρωπος είναι «όν παιδαγωγούμενον». «Ουκ έστι περί ότου αν θειοτέρου άνθρωπος βουλεύσαιτο, ή περί παιδείας και αυτού και των αυτού οικείων», λέγει ο Πλάτων.

Το φάσμα της αγωγής είναι πολυδιάστατο. Έχει βάθος και πλάτος και ύψος, έχει χρονικότητα και υπερχρονικότητα. Γιατί η αγωγή είναι έργο ζωής, μακρόπνοο και ισόβιο, του οποίου οι προεκτάσεις όμως εισδύουν ως τη μυστηριώδη και ανεξιχνίαστη αιωνιότητα.

Σ’αυτό το έργο της αγωγής, τον κύριο και πρωτεύοντα ρόλο τον παίζει η αυθεντία του Παιδαγωγού.

Είναι αυτός μοναδικός στην αποστολή του, αναντικατάστατος στο έργο του, ανεπανάληπτος στο ρόλο του. Είναι αυτός, ο καλοβαλμένος  β ρ ά χ ο ς, που μπορεί ν’αλλάξει το ρεύμα του ποταμού. Ο ακρογωνιαίος  λ ί θ ο ς, που μπορεί να βαστάξει το βάρος της οικοδομής. Το γερό  π α λ α μ ά ρ ι, που μπορεί να προσδέσει με ασφάλεια το πλοίο στο μουράγιο. Είναι ο «παντός λαμπτήρος λαμπρότερος – κατά τον ιερό Χρυσόστομο – ο ζών τώ πνεύματι, ο πύρ πνέων … ο μάλλον στρατηγού την υπέρ απάντων φροντίδα και μέριμναν έχων».

Η αυθεντία του Παιδαγωγού καλείται να μεταβολίσει με την καταξιωμένη και πνευματέμφορη προσωπικότητά της τη νεότητα και τους ωρίμους, τη ζωή και την εποχή της.

Καλείται να γίνει το επαναστατικό και δημιουργικό προζύμι των καιρών της πλάθοντας νεανικές υπάρξεις και μορφοποιώντας όγκους ανθρώπινου υλικού.

Καλείται να γίνει το σταθερό κατευθυνόμενο βέλος, που θα σημαδέψει κατ’ευθείαν στο στόχο του και θα δώσει το αίσιο αποτέλεσμα στο κυνήγι των ευγενών θηραμάτων, των ιδανικών και των Αξιών.

Καλείται να μεταγγίσει αίμα ζωής πνευματικής και ανώτερης, το αίμα της καρδιάς της και το πύρωμα της ψυχής της. Κι αυτό καλείται να το κάμει κυρίως στη νεότητα.

Και είναι αληθινό μεν, ότι «ο παις πάντων θηρίων εστί δυσμεταχειριστότατον», κατά τον Πλάτων, αλλά είναι επίσης αληθινό, πως μια πραγματική παιδαγωγική Αυθεντία έχει τέτοιες δυνατότητες και τόσες πνευματικές ομορφιές, ώστε να κάνει τον άνθρωπο να αναφωνεί μαζί με τον Κ. Ρίττερ (C. Ritter): «Είδα κάτι καλύτερο κι από τον ελβετικό παράδεισο: Είδα τον Πεσταλότσι  (Pestalozzi)!”.

Πνευματικός παράδεισος γίνεται ο Παιδαγωγός, αν μπορέσει να μοιάσει κάποτε στην ασύγκριτη παιδαγωγική προσωπικότητα του Pestalozzi.

Ο Παιδαγωγός – Αυθεντία είναι μια πολυεδρική, συνθετική προσωπικότητας με δυνατότητα επιβλητική. Το «άρχειν» και το «κατακυριεύειν» που φέρνει μέσα του κάθε άνθρωπος, γιατί πλάστηκε «κατ’εικόνα Θεού», στον Παιδαγωγό, όταν καλλιεργηθεί και αξιοποιηθεί, προσδίδει άλλη δύναμη και άλλη αξία.

Κι αν η Αυθεντία είναι απαραίτητη για κάθε έκφανση και πλευρά της ζωής, για να κατευθύνει, να σφραγίσει, να ανοίγει δρόμους και ορίζοντες, στην Παιδαγωγική αποτελεί  π ρ ο ϋ π ό θ ε σ η  για κάθε παιδαγωγική επίδραση. Αφαιρέστε την Αυθεντία του Παιδαγωγού, και το έργο της Παιδαγωγικής γίνεται αμέσως άκυρο και νεκρό, ακατόρθωτο και μηδαμινό.

Γιατί είναι απαραίτητη η Αυθεντία;

Ο άνθρωπος είναι ανεπαρκής και πτωχός

Είναι γεμάτος ένδεια και ανάγκες. Είναι  α σ θ ε ν ή ς. Γεμάτος από φυσική και ηθική αδυναμία, καταφεύγει σε ένα ανώτερο κύρος.

Κ ι σ σ ό ς,  σε υψίκορμη βελανιδιά, για να στηριχθεί.

Ι σ τ ό ς,  σε ισχυρό κοντάρι, για να εξαρτηθεί.

Σ τ ρ ο υ θ ί ο, σε υψιπετή αετό, για να πετάξει.

Μόνος του αδυνατεί να περπατήσει το στενό ανηφορικό δρόμο της ζωής. Χωρίς βοήθεια, διστάζει να διαπλεύσει τον ωκεανό της. Αφημένος στις δυνατότητές του, φοβάται να διασχίσει το πυκνό σκοτεινό δάσος της. Στηριγμένος μόνο στις δυνάμεις του δεν πετυχαίνει. Βασισμένος μόνο στη θέλησή του αποδεικνύεται ανεπαρκής.

Είναι «η μικρή καλαμένια φλογέρα», κατά τον Ινδό ποιητή Ρ. Ταγκόρ (R.Tagor), «το σκεπτόμενο καλάμι», κατά τον Πασκάλ (Pascal), «ο γυμνός σα μια πέτρα», κατά τον Τάκη Βαρβιτσιώτη, «τοπ ευκαθείρετον ύψωμα» και «ο σπινθήρ ο ευκατάσβεστος», κατά τον ιερό Χρυσόστομο.

΄Ετσι, συναισθανόμενος βαθειά την αδυναμία του και την ανεπάρκειά του, αν δεν βρει το alter ego ενός αξίου συνανθρώπου, για να βοηθηθεί, νοιώθει μόνος, ανίκανος για το κάθε τι.

Αυτή η μοναξιά του ανθρώπου του 20ου αιώνος, που είναι μια υπαρξιακή αρρώστια, έχει την αιτία της και στην έλλειψη Προτύπων, στην απουσία Αυθεντίας, στην απουσία καταξιωμένων προσωπικοτήτων.

Μια πρόχειρη και βιαστική ματιά σε μερικούς από τους συγχρόνους λογοτέχνες, θα μας δώσει ανάγλυφο το δράμα της μοναξιάς σήμερα.

Γράφει ο Γ.Θ. Βαφόπουλςο:

«Τη φωνή μου εκτοξεύω μ’απόγνωση

στ’άστρα, στη νύχτα, στον πόντο.

Μονάχος;

«Μονάχος!»

κατρακυλά σ’ανακύκλωμα

στο ζοφερό, καταχθόνιο πηγάδι

των άστρων, της νύχτας, του πόντου ο αντίλαλος».

Ο ίδιος μιλάει για «της μοναξιάς του το ενδιαίτημα» και για «το καταφύγιο της μοναξιάς του».

Ο Ν.Γ. Πεντζίκης στο έργο του «Ανδρέας Δημακούδης» έχει τη χαρακτηριστική φράση: «Ο Δήμος κλείνεται στον πύργο της μοναξιάς με τα πολλά δωμάτια».

Τραγουδάει με σπαραγμό ψυχής λίγο παλιότερα ο τραγικός Λαπαθιώτης στο ποίημά του «Αποχαιρετισμός»:

«Μόνος ήρθα κάποιο βράδυ, κι ήσαν όλοι γύρω μόνοι,

Κι όλοι ξένοι τραγουδάμε μες στη νύχτα που σιμώνει».

Κι ο Ρ. Ταγκόρ στη συλλογή του «Σκόρπια πουλιά»:

«Είμαι σαν το μεγάλο δρόμο τη νύχτα,

που αφουγκράζεται σιωπηλός

τα βήματα της θύμησής του».

Πουθενά ανθρώπινη παρουσία, πουθενά στήριγμα δυνατό, πουθενά η ψυχική εκείνη δύναμη, που θα εγκαρδιώσει και θα γλυκάνει, που θα υψώσει και  θα θερμάνει.

«Κάλαμος υπό ανέμου σαλευόμενος» κατά τη βιβλική έκφραση ο άνθρωπος, αναζητάει όχι τόπο ανανεμιάς – γιατί η ζωή είναι κοιλάδα ή κορφοβούνι εκτεθειμένο σε μύρια ρεύματα και ισχυρούς ανέμους – αλλά βραχίονα ισχυρό και αντιστήριγμα στην αδυναμία του.

Ρωτάει η Σελεστίνη Λ.

«Πού να’βρω Κορφή ψηλά ν’αγναντέψω;

Πού να’βρω Κοντάρι Σημαία να δέσω;

Απέραντος κάμπος με ζώνει παντού,

Σπασμένα κοντάρια ηθικού συντριμιού».

Και συνεχίζει:

«Πού να’βρω Ραβδί γερά ν’ακουμπήσω;

Πού να’βρω Πυρσό το σκοτάδι να σχίσω;

Καλάμια σπασμένα και άχυρα μόνο,

Σβησμένα τα φώτα. Και ζω μες στον πόνο …»

Γι’αυτό η Αυθεντία, η εξέχουσα προσωπικότητα, παρουσιάζεται αναγκαία, για να γίνει ο δέκτης του ψυχικού δυναμισμού του ανθρώπου, ο πομπός ακτινοβολίας, ο μοχλός δημιουργίας, μια δύναμη ακαταμάχητη, που δημιουργεί μυστική εσωτερική φλέβα νερού με ανεξάντλητα αποθέματα, απ’την οποία αντλεί το εγώ ζωή και λόγο υπάρξεως.

Έγραφε ο Ντιούι (Dewey) : «Κάνε πάντα τον άλλον να νοιώθει πως είναι κάτι». Αυτή τη δύναμη την έχει μόνο η Παιδαγωγική Αυθεντία, η οποία πυροδοτεί την ύπαρξη, της ξυπνάει τους κοιμισμένους κόσμους, της προσηλώνει το βλέμμα στα ύψη, της χαλυβδώνει τη θέληση, της νοηματίζει τη ζωή και την κάθε κίνηση.

Πολύτιμη η Αυθεντία στον ώριμο, απαραίτητη όμως στον ανώριμο. Βοηθητική στον έμπειρο, οδηγητική στον άπειρο. Κανονιστική στον εξελιγμένο, λυτρωτική στον εξελισσόμενο.

Ίσως, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι το παιδί δεν θέλει την Αυθεντία ή και την αποστρέφεται. Κι όμως στο βάθος του την παραδέχεται ή μάλλον την  ε π ι δ ι ώ κ ε ι. Ο έφηβος ιδιαίτερα, αποδεσμευμένος από την οικογένεια, τις αξίες, την κοινωνία, λόγω της κρίσεως της ηλικίας και του πόθου για ελευθερία και χειραφέτηση, αισθάνεται μια τρομερή απομόνωση και χωρίς ίσως να το ομολογεί, έχει ανάγκη ενός άλλου εγώ, μιας «δεσποτείας», μιας Αυθεντίας. Γιατί αυτή του χαρίζει ασφάλεια και σταθερότητα, φως οδηγητικό και γραμμή κατευθυντήρια.

Υπάρχει βέβαια και λειτουργεί ισχυρός ο νόμος της  α υ τ ο ν ο μ ί α ς. Αλλά εξ ίσου ισχυρός υπάρχει και λειτουργεί και ο νόμος της  α λ λ η λ ο ε ξ α ρ τ ή σ ε ω ς. Όλοι οι άνθρωποι συναισθάνονται τη βαθειά ανάγκη να εξαρτώνται με ένα αόρατο εσωτερικό νήμα από μια Υπεραξία, από ένα Υπερεγώ, από ένα σημείο σταθερό, αμετακίνητο και απαρασάλευτο, Α ι ώ ν ι ο  θα λέγαμε.

Ποτέ ο άνθρωπος – «αυτός ο γίγας, αυτός ο νάνος», όπως ωραία γράφτηκε – δεν είναι οριστικά ικανοποιημένος από τον εαυτό του, ιδιαίτερα ο νέος. Ο στίχος του Χέμπελ (Hebbel), «και αυτός που είμαι, χαιρετάει θλιμμένα αυτόν που θα έπρεπε να είμαι», αντηχεί κατηγορηματικά στα βάθη του και του δημιουργεί το αίσθημα της ανεπάρκειας και την ανάγκη της εξαρτήσεως.

Οι στίχοι οι συμβολικοί του Παλαμά:

«Μου φαίνεται, βουνά, πώς είστε εσείς

η πρώτη κι η μεγάλη μου Πατρίδα»

έχει μια υπαρξιακή ανταπόκριση μέσα του και του μιλάει για μια σχετικότητα οντολογική αλλά και για μια τάση προς τα υψηλότερα δεοντολογική, η οποία φανερώνει το ανικανοποίητο από το εγώ και την αναζήτηση ενός Υπερεγώ.

Ο νέος τη θέλει την Αυθεντία. Επιθυμεί τη βοήθεια των  ά λ λ ω ν στις επιδιώξεις του. Τον έλεγχο των ά λ λ ω ν στην πορεία του. Την κρίση των  ά λ λ ω ν  για τις πράξεις του. Η ετερόφωτη δε αυτή κρίση αποτελεί και μια αυτοβεβαίωση (self-affirmation) της προσωπικότητός του, της οποίας η ψυχολογική επίδραση είναι τεράστια.

Ποιοι είναι αυτοί «άλλοι», δεν είναι δύσκολο να το καταλάβουμε. Είναι οι Αυθεντίες. Κυρίως ο άνθρωπος επιδιώκει τη  β ο ή θ ε ι α, τον  έ λ ε γ χ ο  και την  κ ρ ί σ η  των προσώπων κύρους. Το κοινωνικό και ηθικό κύρος της Αυθεντίας επιδρά αποτελεσματικότερα και ευεργετικότερα. Κάτω από αυτό το κύρος ευχαρίστως θέτει τον εαυτό του και εκουσίως παραδίδεται στην επιρροή του.

«Μη φοβηθείς που θα υποταχτείς.

Δεν είναι άρνηση η παραίτησή σου»

Γράφει σχετικά η Ζωή Καρέλλη.

Και πραγματικά, δεν φοβάται το παιδί και ο νέος την υπακοή στην Αυθεντία. Γιατί δεν είναι υπακοή δουλική αλλά αναγνώριση της ανωτερότητος, τις ωριμότητος και της υπεροχής της Αυθεντίας.

Έτσι η δική του αδυναμία γίνεται δύναμη και η φτώχεια του πλούτος. Γιατί πάντα τα μικρά δένδρα αναπτύσσονται κάτω από τα μεγάλα και τα μικρά πουλιά μαθαίνουν να πετούν επάνω στα φτερά των μεγάλων.

1. Ο νέος έχει την τάση της ηρωoποιήσεως

Στο κύρος της Αυθεντίας βρίσκει διέξοδο η τάση της  ν ε α ν ι κ ή ς  ψ υ χ ή ς  για  η ρ ω π ο ί η σ η. Ο «ήρωας» είναι ένας ισχυρός μαγνήτης με τεραστία ελκτική δύναμη στην ηλικία αυτή.

Αλλά, οπωσδήποτε θα πρέπει να υπάρξει δέκτης της ισχυρής νεανικής ζωτικότητας και του εσωτερικού της δυναμισμού. Οπωσδήποτε θα πρέπει να αυτός ο ήρωας, ο οποίος θα ενσαρκώσει τα ιδανικά και θα γεφυρώσει το οδυνηρό και απογοητευτικό χάσμα μεταξύ Ιδανικού και Πραγματικότητος.

Οι χυμοί και οι κρουνοί που καταρδεύουν τις εσωτερικές εκτάσεις της νεανικής ψυχής, θα πρέπει να συναντήσουν τους μεγάλους αγωγούς μιας προσωπικότητας υψηλού ποιού, για να μπορέσει να πραγματοποιηθεί η «κράσις» των πνευματικών δυνάμεων σε μια αρμονική και δυναμική ενότητα.

Ο νέος ζητάει τον ΄Ηρωά του, το Πρότυπό του, τον Αρχηγό του. Ο νέος διψάει για το Αρχέτυπο, για το Ηγέτη, για τον Ένα και Μοναδικό.

Χωρίς αχνάρια δεν μπορείς να περπατήσεις στην απέραντη έρημο.

Χωρίς οδηγό δεν μπορείς να κάμεις ορειβασίες σε κακοτράχαλες κορφές.

Χωρίς εμπειρογνώμονα δεν μπαίνεις στη ζούγκλα.

Έρημος και κακοτράχαλη βουνοκορφή και ζούγκλα είναι η ζωή.

Γι’αυτό χρειάζεται εκείνος, που θα πάει μπροστά.

Γράφει ο H. Jolk: «Ένας καπετάνιος είναι σε θέση να δείξει το  δ ρ ό μ ο, όχι όμως το  σ τ ό χ ο». Το στόχο τον δείχνει ο Ήρωας, ο Αρχηγός, το Ίνδαλμα. Αυτός, που σαν ορατός υποκειμενικός φορεύς των αξιών, κάνει για το νέο ζωντανές και κατανοητές τις αντικειμενικές αξίες.

Αυτός που στηρίζεται σε αξιολογικές βάσεις και δείχνει τους υψηλούς σκοπούς και τις ανώτερες σφαίρες.

Αυτός που διαθέτει το δυναμικό κέντρο της προσωπικότητός του, για να κατευθύνει και επηρεάσει σε ανώτερο τρόπο ζωής.

Αυτός είναι το παιδαγωγικό «Π ρ ό τ υ π ο» (γερμανιστί  Vorbild), το οποίο από το «π α ρ ά δ ε ι γ μ α», όπως γράφει ο J. Esterhues.

Γιατί το παράδειγμα κατευθύνει προς μια ορισμένη κατεύθυνση και παρακινεί με μεμονωμένους τρόπους συμπεριφοράς.

Ενώ στο Πρότυπο επιδρά  ο λ ό κ λ η ρ ο  το πρόσωπο και με όλους τους τρόπους εκφράσεως και συμπεριφοράς.

Γι’αυτό, μπορεί κανείς να δίδει ένα παράδειγμα αγάπης π.χ. αυτοθυσίας, κ.λ.π., ενώ Πρότυπο είναι κανείς. Έτσι για παράδειγμα το ακολουθεί το παιδί ή ο νέος, ενώ το πρότυπο εκλέγει και το προτιμάει.

Χωρίς πρότυπο, πού θα κατευθυνθεί η φλόγα και η ορμή της νεανικής ψυχής;

Χωρίς κανάλι, πού θα διοχετευθεί το νερό, που ορμητικά αναβλύζει από τη γη;

Χωρίς αγωγό, πώς θα δράσει το ηλεκτρικό ρεύμα;

Ο Αρχηγός, η Αυθεντία είναι μια παιδαγωγική και ψυχολογική α ν ά γ κ η. Γιατί, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Κουρτουά (G. Courtois), «Αρχηγός είναι εκείνος, που είναι όχι “επί κεφαλής”, αλλά η κεφαλή». Η κεφαλή που βλέπει, που σκέπτεται. Η κεφαλή που κατευθύνει σε μια λογική κι αρμονική κίνηση ολόκληρο το σώμα. Αρχηγός είναι εκείνος, που ξέρει, που θέλει, που πραγματοποιεί. Είναι ακόμη εκείνος, που κάνει και τους άλλους να ξέρουν, εμπνέει και στους άλλους τη θέληση, ωθεί και τους άλλους στην πραγμάτωση».

Την ανάγκη του Προτύπου και της Αυθεντίας τη δείχνει πολύ φανερά και η χριστιανική ηθική.

Ο Θεός από τους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης ακόμη, σαν Δημιουργός του ανθρώπου και Καρδιογνώστης, σαν Τέλειος Παιδαγωγός και απαράμιλλη Αυθεντία, μπροστά στον άνθρωπο τοποθετεί το παν-υπερτέλειο θεϊκό Πρότυπο, το θείο Εγώ : «Άγιοι γίνεσθε, ότι Εγώ άγιος ειμί»

Στην Καινή Διαθήκη δε, με την γραφίδα του Αποστόλου Πέτρου παραγγέλλει : «Κατά τον καλέσαντα υμάς άγιον και αυτοί άγιοι εν πάση αναστροφή γενήθητε».

Και σημειώνει ο Bengel: Ο Θεός είναι «το ύψιστον Πρότυπον».

Είναι αδύνατον, λοιπόν, ο άνθρωπος και ειδικότερα ο νέος να προχωρήσει σε ηθική τελειότητα και να εξελιχθεί ομαλά και αρμονικά, αν δεν έχει μπροστά του την παιδαγωγική Αυθεντία, η οποία θα τον καθοδηγεί και θα τον εμπνέει.

Για τις ηγετικές μορφές και το ρόλο τους μιλάει ο αείμνηστος Σπυρίδων Καλλιάφας στην «Επίτομη Παιδαγωγική» του, όταν γράφει : «Τα μεγάλα της ζωής προβλήματα λύονται δια ριζικής μεταβολής των βαθυτάτων ψυχικών διαθέσεων, ήτις συντελείται ιδιαιτέρως “καθ’έκαστον”, εις ολίγους κατ’αρχάς αληθώς μεγάλους ηγέτας, οίτινες έχουν εξαιρετικήν ευαισθησίαν ηθικής συνειδήσεως. Ούτοι είναι οι πρωτοπόροι, οίτινες ελκύουν άλλους συν τω χρόνω πληθυνομένους, χωρίς να δεσμεύουν την ελευθερίαν αυτών».

Αυτοί «οι ολίγοι με την εξαιρετικήν ευαισθησίαν της ηθικής συνειδήσεως» είναι οι οδηγητικές μορφές, οι παιδαγωγικές αξίες, «ο λύχνος του Ισραήλ», όπως ονόμασαν κάποτε οι Ιουδαίοι τον Αρχηγό τους Δαυίδ, προς τις οποίες στρέφονται οι νέοι, για να τροφοδοτήσουν τη λυχνία τους και ανανεώσουν τα πνευματικά καύσιμά τους.

Μπορεί να λείπουν σήμερα οι Αυθεντίες, μπορεί να ερήμωσαν οι κορφές γιατί σπανίζουν οι ορειβάτες, όμως η ψυχή πάντα θέλγεται από τα υψηλά και η καρδιά πάντα λαχταράει τα αιώνια.

Μπορεί  σήμερα «να θρυμματίστηκε το ποτήρι που μεταλαβαίνουμε την ουσία», όπως γράφει ο Ν.Γ. Πεντζίκης, όμως ο άνθρωπος πάντα γυρεύει να πιεί αθάνατο ποτό και πάντα έχει μέσα του τη μεταφυσική δίψα.

Η Αυθεντία, λοιπόν, που ενσαρκώνει τον Ήρωα και αποτελεί το Πρότυπο, ασκεί ευεργετική επίδραση στην ψυχή του παιδιού και είναι απαραίτητη στα χρόνια αυτά τα δύσκολα και θυελλώδη που περνάει, για να τη φορτίζει με φορτίο ηθικού «θετικού ηλεκτρισμού», προκειμένου να εκτοξευτεί στους αχανείς ορίζοντες για τη μεγάλη περιπέτεια που λέγεται Ζωή.

1. Ο νέος ζητάει κάπου να εμπιστευθεί

Την εμπιστοσύνη του θα την δώσει σε ένα ανώτερο κύρος ο νέος. Εμπιστοσύνη για να μορφωθεί πρώτα, για να βοηθηθεί έπειτα. Να μάθει να πραγματοποιεί κάποτε πτήσεις πνευματικές  με τα δικά του φτερά στους πνευματικούς του ορίζοντες.

Να μάθει να προχωρεί με το δικό του φως στο προσωπικό του δάσος της ζωής. Να μπορέσει να διασχίσει με τη δική του βάρκα το δικό του ωκεανό.

Γιατί η παιδαγωγική Αυθεντία δε θα στρώσει μόνο τα χαλιά της γνώσεως, ούτε θα ασχοληθεί μονόπλευρα με την απογρίφωση των μυστικών της επιστήμης και του σύμπαντος. Θα σταθεί και στις πνευματικές επάλξεις, για να μεταδώσει μηνύματα μεταφυσικά. Θα ικανώσει τις πνευματικές κεραίες της υπάρξεως, για να συλλαμβάνει ψιθύρους του υπερπέραν. Θα διαστείλει την κόρη των πνευματικών οφθαλμών, την «ορασιά της ψυχής», για να ατενίσει υπερεμπειρικές πραγματικότητες.

Ο Σίλλερ (Fr. Schiller) έκανε μια πολύ χαρακτηριστική παρομοίωση για τη νεότητα και την έκλεισε μέσα στην εξής φράση: «Τα νειάτα, αυτός ο αγριόκυκνος».

Στην έννοια «αγριόκυκνος» συναιρείται η διφυϊα της ψυχής του νέου, η αντιφατικότης του, «το αγγελικό και μαύρο φως» του Σεφέρη. Συναιρείται η πραγματικότης του ζενίθ και του ναδίρ, δίνονται ανάγλυφα οι κυκλικές φάσεις του αγγέλου και του σατανά, παρουσιάζεται έντονα το χώμα και το χρυσάφι, η σάρκα και το πνεύμα, που είναι η υποδομή της υπάρξεως.

Κύκνος η νεότης με ομορφιά και άσματα μελωδικά, με παιγνιδίσματα σε κρυστάλλινα νερά, με καταδύσεις σε ξωτικές  λίμνες, με απόλαυση της «γλυκειάς ώρας» της ζωής κατά την έκφραση του Σολωμού.

Όμως ο κύκνος αυτός είναι άγριος, ατίθασος, άπιαστος. Κάνει αιφνίδιες πτήσεις και απρόβλεπτες καταδύσεις. Δεν μπορείς να τον πλησιάσεις, δεν μπορείς να τον ξεγελάσεις, δεν μπορείς πάντοτε να παίζεις μαζί του. Γιατί σου ξεφεύγει, γιατί κάνει κινήσεις και ελιγμούς απρόσμενους, γιατί και σου επιτίθεται καμιά φορά.

Χρειάζεται, λοιπόν, αητός που θα ασχοληθεί με τον αγριόκυκνο που λέγεται νεότης, να γνωρίζει την τέχνη να στέκεται ξέχωρα, να διαθέτει «το κάτι άλλο», για να μην του ξεφύγει ο αγριόκυκνος. Κι αυτό το κάτι άλλο είναι η Παιδαγωγική Αυθεντία.

«Για την ίδια πραγματικότητα της διπολικής κινήσεως της ψυχής μιλάει και ο Πλάτων με το μύθο «των δύο ίππων», που περιλαμβάνει στο «Φαίδρο» του. Δύο ίπποι, λέει, σέρνουν το άρμα της ψυχής. Ο ένας λευκός και υποταγμένος. Ο άλλος κόκκινος και ανυπότακτος. Το ένα στοιχείο, το χοϊκό, φέρνει τον άνθρωπο προς τη λάσπη. Το άλλο, το πνευματικό, τον οδηγεί στα ύψη. Το «άλογο» στοιχείο και «ο λόγος», κατά την έκφραση του Πλάτωνος.

Ποιος θα νικήσει; Είναι ανάγκη να νικήσει «ο λόγος», το ανώτερο Εγώ. Αλλά είναι απαραίτητος γι’αυτό «ο δαιμόνιος ανήρ», ο οδηγός, η Αυθεντία.

Γιατί, ποιος άλλος θα μπορέσει να δαμάσει την αδάμαστη νεότητα, την ανυπότακτη ψυχή; Ποιος θα επιτύχει την αρμονία των δύο ίππων; Ποιος θα προσανατολίσει την ύπαρξη προς το ορθό και θα δώσει την ωστική κίνηση προς τα ύψη, παρά η Αυθεντία του Παιδαγωγού;

Αυτός θα γίνει ο Ηνίοχος, «ο δαίμων», «ο ολκός» ο Πλατωνικός.

Αυτός θα συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα και θα συμφιλιώσει τα ασυμφιλίωτα. Σε μια τέτοια προσωπικότητα θα παραδώσει ο νέος τα ηνία του άρματός του, το τιμόνι της βάρκας του, το καντήλι του φάρου του.

Γιατί στην Αυθεντία αυτή θα  ε μ π ι σ τα ε υ θ ε ί.

Κι αυτή η λέξη λέει πολλά.

Αρκεί να θυμηθούμε, πόσες φορές και σε πόσες μορφές χρησιμοποιείται σήμερα στις διαφημίσεις η λέξη «εμπιστοσύνη» και το ρήμα «εμπιστευθείτε μας».

Κι αν από τον σημερινό κόσμο έλειψε το χαμόγελο και η ασφάλεια, είναι γιατί έλειψε η εμπιστοσύνη.

Γράφει στο ημερολόγιό της μια νέα 17 ετών: «Έχω μια τρομερή κρίση συνειδήσεως και ζω σε μια απέραντη μοναξιά. Άβυσσος με κυκλώνει. Σε ποιον να εμπιστευτώ; Πού να ακουμπήσω την καρδιά μου; Πού να αποθέσω τα ιδανικά μου; Πού να φωλιάσω των πόθων μου τ’αηδόνια; Τα κάνω να σωπαίνουν και βουβαίνομαι κι εγώ μαζί τους. Πουθενά εμπιστοσύνη. Πουθενά ειλικρίνεια. Πουθενά ασφάλεια.

Με μάρανε η εκμετάλλευση. Με κατεδάφισε η υποκρισία. Μου μάδησε τ’ανθοπέταλα το ψέμμα.

Κόσμε άπιστε και ψεύτη! Γενιά καταραμένη και φωτοσβέστρα! Άνθρωποι δολοφόνοι τόσων νεανικών ψυχών! Πού μας οδηγείτε και πού μας σέρνετε, κοπάδι ανθρώπινο, στης αβύσσου το στόμα;

Χάθηκε λίγο φώς και για μας; Χάθηκε λίγη αγάπη, αλλά χωρίς υπολογισμούς κι αντίδοτα; Χάθηκαν όλ’αυτά;

Τέτοιες κραυγές – διαμαρτυρίες απογνώσεως και αγανακτήσεως εναντίον της εποχής μας και των σβησμένων φαναριών της – δεν είναι λίγες. Απογοητευμένοι οι νέοι μας απ’τη ζωή και τους ανθρώπους μας, απογοητευμένοι από εκείνους που τάχτηκαν να ανοίγουν δρόμους, κι αυτοί ύψωσαν οδοφράγματα, ζητούν πρόσωπα κύρους, μορφές φωτεινές για να εμπιστευθούν και να προχωρήσουν, για να πυροδοτηθούν και εξορμήσουν.

Γιατί «μέσω του συ γίνεται το εγώ», όπως είπε ο θρησκευτικός διανοητής Martin Buber.

Κι αν το συ δεν είναι «έγκαρπο», το εγώ μένει αδειανό.

Αν το συ δεν είναι φορεύς, δεν γίνεται και πομπός.

Αν το συ δεν έχει ζωή, γίνεται νεκροφόρο.

Γι’αυτό το συ του Παιδαγωγού πρέπει να είναι γεμάτο, πλουτισμένο, ζωοπάροχο.

Τότε θα εμπνεύσει την εμπιστοσύνη και τότε θ’αποθέτουν σ’αυτόν οι νέοι το βούρκο και τα μαργατριτάρια τους, τα μαδημένα τους φτερά και τα στεφάνια τους.

Απαραίτητη, λοιπόν, κι απ’αυτή την πλευρά η Αυθεντία

«Τα αόρατα κάγκελλα»

Παρωμοίασαν την Αυθεντία του Παιδαγωγού με το μαστίγιο του καλού ηνιόχου.

Η άκρη του μαστιγίου του ούτε καν εγγίζει τη ράχη του ζώου. Μόνο στον αέρα ηχεί και διαγράφει κύκλους επάνω από το κεφάλι του. Αλλά φτάνει αυτός ο ξερός ήχος, για να δώσει θάρρος στο ζώο και να πολλαπλασιάσει το δυναμισμό του, παρ’όλο που το μαστίγιο δεν το βλέπει. Μόνο το ακούει και το αισθάνεται και καταλαβαίνει, πως αυτή η δύναμη η διεγερτική πάνω από το κεφάλι του τού δίνει φτερά να τρέξει και να ξεπεράσει τον εαυτό του.

Το αόρατο μαστίγιο κρατάει το άρμα μέσα στα κράσπεδα του δρόμου και δεν αφήνει στο άλογο την ελευθερία να παρεκκλίνει από την πορεία του. Δεν του  επιτρέπει άκαιρες πρωτοβουλίες, γιατί είναι «υπό ζυγόν» και πρέπει να βαδίσει με μοναδική κατεύθυνση το στόχο που έβαλε ο ηνίοχος. Έτσι, το αόρατο μαστίγιο δημιουργεί τα «αόρατα κάγκελλα», που περιχαρακώνουν το δρόμο.

Ηνίοχος επιδέξιος και ο καλός Παιδαγωγός, με το ανώτερο κύρος της Αυθεντίας του θα οδηγήσει το νέο να βαδίσει σωστά και χωρίς εκτροπές το δρόμο τον ορθό της αγωγής. Αυτός ο δρόμος για το παιδί είναι αόρατος, άγνωστος, μυστηριώδης. Γιατί δεν μπορεί το παιδί να δει το μέλλον με την ενάργεια και τις πολυπλοκότητες, τις διαστάσεις και τις αντιξοότητες με τα οποία το βλέπει ο ώριμος. Δεν μπορεί να υποψιαστεί «τους κυκλώνες, τους καταλυτικούς ανέμους της ζωής και των θεωριών που θα σφυρίζουν γύρω του και θα ζητούν να το ξερριζώσουν και να το αποπροσανατολίσουν. Γι’αυτό είναι απαραίτητα τα ηθικά κράσπεδα στο δρόμο του.

Απαραίτητα όμως και «τα αόρατα κάγκελλα», που εδώ δεν είναι το αόρατο μαστίγιο του ηνιόχου, αλλά ο στόχος, ο σκοπός, το Ιδανικό, που έχει βάλει μπροστά στα μάτια του παιδιού ο Παιδαγωγός. Αόρατος και ο ίδιος, αλλά «παρών» και άγρυπνος. Διακριτικά στην άκρη, αλλά με ετοιμότητα πνεύματος. Ανεπαίσθητη ίσως η παρουσία του, όμως μια παρουσία ουσίας και αξίας. Έτοιμος πάντα να προτρέψει ή ν’αποτρέψει, να διεγείρει ή ν’ανεγείρει, να διευθύνει ή να κατευθύνει.

Προπορεύεται και προσανατολίζει.

Ακολουθεί και υποστηρίζει!

Ανεβαίνει και ανεβάζει σε ύψη! Σε ύψη Αρετής, Πνεύματος, Ήθους!

Η Αυθεντία από τον καιρό του Πυθαγόρα με το «Αυτός έφα» και του Λυκούργου με τις περίφημες «ρήτρες», του Σωκράτη με το «ούτω τω διδασκάλω έδοξε» και του Πλάτωνος με το «ουκούν εκείνω πειθώμεθα», μέχρι των χρόνων του μεσαίωνος, που δεσπόζει η αυθεντία του Αριστοτέλη στη Δύση και του Πλάτωνος στην Ανατολή, μέχρι της εποχής της αυταρχίας της βουλήσεως του Σοπενάουερ (Schopenhauer) και του Υπερανθρώπου του Νίτσε (Nietzche) και μέχρι των σημερινών καιρών με τη δεσποτεία του homo technicus, έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ιστορία της ανθρωπότητος, γιατί όχι και του πολιτισμού. Γύρω από την Αυθεντία έχει πλεχτεί ο ιστός ο πνευματικός κάθε εποχής και από την ποιότητα της Αυθεντίας εξαρτήθηκαν τα ιδανικά της κάθε μιας.

Παιδαγωγεί η Αυθεντία και βάζει ανεξίτηλη τη σφραγίδα της στον άνθρωπο και στον πολιτισμό. Ιδιαίτερα δε η αυθεντία του Παιδαγωγού.

Είναι αυτή ένας καθρέφτης πνευματικός, και η εικόνα που στέλνει, έχει δύναμη τεράστια, δημιουργική ή καταστροφική, ανάλογα με τη δική της ποιότητα. Γιατί, αν ο πολιτισμός είναι αγώνας δρόμου μεταξύ της αγωγής και της καταστροφής, όπως είπε ο Ουέλς (Wells), ποιος άλλος παράγοντας θα μπορούσε να δώσει το προβάδισμα στην αγωγή, εκτός από την αυθεντία του Παιδαγωγού;

Μέσα στην προσωπικότητα υπάρχει ένας δυνατός  μ ο χ λ ό ς , που πρέπει αυτή να κινήσει. Κοιμάται ένας ήρωας, πρέπει να ξυπνήσει. Φωλιάζει ένα σ κ ο υ λ ή κ ι, που πρέπει να γίνει χρυσαλλίδα.

Η παιδαγωγική Αυθεντία θα επιδράσει ευεργετικά και αναγωγικά. Κατασταλτικά και μεταποιητικά. Θα κινητοποιήσει το βουλητικό νεύρο της ψυχής και θα μετατρέψει τα συναισθήματα σε βουλήματα και τα βουλήματα σε ενεργήματα.

Γιατί όπως κάθε παράσταση κινητική δεν καταλήγει αναγκαστικά σε κίνηση από τον άνθρωπο, έτσι και κάθε λόγος και προσταγή, κάθε «δέον», δεν καταλήγει οπωσδήποτε σε πράξη. Χρειάζεται το ισχυρό Εγώ της Αυθεντίας, που επηρεάζει αποφασιστικά και οριστικά το λιγότερο ισχυρό Εγώ του παιδαγωγούμενου και θα το θέσει σε κίνηση.

Η Αυθεντία θα αποθησαυρίσει απόθεμα ιδεών, που δημιουργεί εσωτερικό κεφάλαιο και εξασφαλίζει πνευματικό οπλισμό. Αυτή θα δώσει έναυσμα στη δραστηριότητα και βάθος στην εσωτερικότητα. Θα θεμελιώσει στερεά και ορθά προσανατολισμένη γέφυρα μεταξύ του εγώ και του κόσμου των αξιών. Θα δημιουργήσει νέα γωνία ανοίγματος, που θα τοποθετηθεί το προσωπικό παρατηρητήριο του παιδιού. Θα δείξει «οδούς ζωής» και θα οδηγήσει «επί τας πηγάς των υδάτων».

Γίνεται έτσι η αυθεντία του Παιδαγωγού «ένα σημείο έλξεως, μια κατευθυντήρια δύναμη, ένας προσανατολισμός, μια στάση η οποία θέτει σε κίνηση και συγχρόνως υποχρεώνει», όπως λέει ο Πωλ Τουρνιέ (Paul Tournier), μιλώντας για την αληθινή προσωπικότητα.

Ο Fritz Kunkel μιλάει για ένα αποφασιστικό  «σ η μ ε ί ο» της προσωπικότητος, που το ονομάζει «κ ό μ β ο» της προσωπικότητος. Δύο πράγματα,  γράφει, σχηματίζουν αυτόν τον «κόμβο»: Οι κατευθυντήριες γραμμές και η  κ α τ ε υ θ υ ν τ ή ρ ι α  ε ι κ ό ν α».

Πολύ ορθή η παρατήρηση του Kunkel. Γιατί, αν υπάρχουν μόνο γραμμές κατευθυντήριες και δεν υπάρχει ιδεώδης εικόνα, οι γραμμές μένουν ακατάληκτες και δεν συναντώνται πουθενά. Άρα ο κόμπος δεν σχηματίζεται.

Αν πάλι υπάρχει μόνον ένας ιδεώδης σκοπός και εικόνα, αλλά δεν υπάρχουν δρόμοι που θα οδηγήσουν σ’αυτήν, και πάλι ο κόμπος δεν ολοκληρώνεται και δεν δημιουργείται. Χρειάζεται ένα ισχυρό Εγώ, για να χαράξει τις κατευθυντήριες γραμμές πρώτα, για να τοποθετήσει την κατευθυντήρια εικόνα σαν τον ιδεώδη σκοπό έπειτα, για να συνδέσει το «ον» με το «δέον» στη συνέχεια και να γίνει κατορθωτή έτσι η συνάντηση του δρόμου με το τέρμα, δηλαδή να σχηματιστεί ο αποφασιστικός «κόμβος», η ωρίμανση της προσωπικότητος. Το ισχυρό αυτό Εγώ είναι η Αυθεντία του Παιδαγωγού.

Αυτός θα τρέξει μπροστά από το παιδί, όχι για να αναχαιτίσει, αλλά για να βοηθήσει. Όχι για να υποκαταστήσει, αλλά για να προσανατολίσει. Όχι για να υποδουλώσει, αλλά για να απελευθερώσει.

Η ασφάλεια μέσα στους κόλπους μιας Αυθεντίας δυνατής και στοργικής, σταθερής και τρυφερής, ηρωικής και «αγαπητικής», θα αναπαύει το παιδί ενώ συγχρόνως θα το εμπνέει.

Θα είναι αυτή μια Αυθεντία  ο δ η γ η τ ι κ ή.

Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να γίνει η εξής διευκρίνιση: Ο ψυχαναγκαστικός χαρακτήρας του Φρόϋδ (Freud), που περιέχει τον άνθρωπο εκείνον που δεσμεύεται από ένα ιδεατό και αυστηρό Υπερεγώ, δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με τη φωτισμένη παιδαγωγούσα και παιδοπλαστική Αυθεντία.

Την Αυθεντία εκείνη, που έγκειται στο «είσθαι» και όχι στο «έχειν», όπως γράφει ο Πωλ Τουρνιέ (Paul Tournier), στην προσωπική δηλαδή ηθική ποιότητα και την πνευματική ακτινοβολία και όχι στην «κατοχή» και εξουσία της προσωπικότητος του παιδαγωγουμένου.

Την Αυθεντία που εκπέμπει μύριους λαμπυρισμούς από το πολύεδρο πρίσμα της και αποτελεί πόλο ελκτικό και «σημείο» αναγωγής του ανωρίμου ανθρώπου.

«Το Αντιαυθεντικό Σχολείο»

Σήμερα μιλάνε ακόμη μερικοί για το «Αντιαυθεντικό» Σχολείο. Τους τελευταίους χρόνους μάλιστα στη Γερμανία, σε πέντε πόλεις της, είχαν ιδρυθεί νηπιαγωγεία αντιαυθεντικά, στα οποία τα νήπια στρατωνιζόταν, συμπεριφερόταν όπως τους υπαγόρευαν τα ένστικτά τους, χωρίς καθοδηγητή ή νηπιαγωγό, έλυναν τις διαφορές τους όπως τους άρεσε και καθιέρωναν μια δική τους ηθική. Ο επόπτης, που απλώς τα παρακολουθούσε, δεν εμπόδιζε καμία τους πράξη, καμιά τους ενέργεια, έστω κι αν θιγόταν η ηθική ή καταλυόταν οι στοιχειώδεις νόμοι της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Σκοπός ήταν η ελεύθερη και αχαλιναγώγητη και ανεμπόδιστη ανάπτυξη του νηπίου σε άνθρωπο ώριμο.

Αλλά πλανώνται «πλάνην οικτρά», όσοι πρεσβεύουν και καθιερώνουν τέτοιες ενέργειες ή θεσμούς. Γιατί μέσα στους κόλπους μιας αχαλίνωτης ελευθερίας, χαλκεύονται τα δεσμά της πιο εξευτελιστικής δουλείας. Και όσο θα αποδεσμεύεται από τις αξίες και τις κανονιστικές αρχές ο άνθρωπος – και από εκείνους άρα που τις ενσαρκώνουν – τόσο θα δουλεύει στα πάθη του και στο εγώ του. Όσο θα ανεβαίνει στον Όλυμπο της ανεξέλεγκτης ανεξαρτησίας, τόσο θα προσδένεται στον Καύκασο της ηθικής δουλείας.

Και πώς όχι; Η Αυθεντία είναι απαραίτητη και σ’αυτά τα έργα του λόγου. Δεν θα είναι στην καθημερινή πράξη;

Εκεί που το εγώ του ανθρώπου αδυνατεί να επιδράσει, έρχεται το Υπερεγώ της Αυθεντίας να συμπληρώσει το έργο.

Όταν ο Σωκράτης είδε τη φαρέτρα του λόγου του αδειανή από επιχειρήματα, προκειμένου να πείσει το μαθητή του Κρίτωνα, ότι δεν πρέπει να δραπετεύσει από το δεσμωτήριο, κατέφυγε στο Υπερεγώ των Νόμων, για να επιτύχουν οι Νόμοι με το κύρος και την αυθεντία τους το ποθούμενο αποτέλεσμα.

Και όταν ο Πλάτων είχε πια εξαντλήσει τους λόγους των συνδαιτημόνων στο «Συμπόσιό» του, που μιλούσαν και συζητούσαν για τον έρωτα, και μάλιστα για τον έρωτα προς το Θείον , τότε παρουσιάζει τη Διοτίμα, την ιέρεια της Μαντινείας, για να αποκαλύψει αυτή την πλέον εσωτερική ουσία του θέματος και να το αποκαλύψει με το κύρος της μεταφυσικής αυθεντίας της.

Η Αυθεντία ντύνει με ένδυμα μεταφυσικό την Αλήθεια και δημιουργεί έλξη προς αυτήν, ενώ συγχρόνως την επιβάλλει με μια εσωτερική αναγκαιότητα και την κάνει προσιτή.

Προσελκύει τα έκπληκτα και φιλοπερίεργα των νέων βλέμματα σε στόχους υψηλούς και αναρριπίζει τη λυχνία των Ιδανικών με την αύρα του Πνεύματος. Διανοίγει εσωτερικό προσωπικό διάλογο με τις Αξίες και αποκαλύπτει τους κόσμους τους υπερφυσικούς. Πείθει χωρίς καταναγκασμό και επιβάλλει χωρίς φανατισμό.

Θα είναι δυστυχισμένος ο νέος, του οποίου την ψυχή   π ο τ έ  δεν ζωογόνησε η πνοή ενός ανωτέρου κύρους και την καρδιά ποτέ δεν την ηλέκτρισε η δύναμη μιας ισχυρής προσωπικότητος. Δυστυχισμένος, αν αφέθηκε στις ασθενικές δικές του δυνάμεις, στο ανίσχυρο δικό του φως, στους πολυδαίδαλους μαιάνδρους της προσωπικής του αδυναμίας.

Το δίχτυ δια μέσου του οποίου θα βλέπει τον κόσμο θα είναι πυκνό αλλά και εύθραυστο, θα του δημιουργεί υποκειμενισμό και αβλυωπία, συγχρόνως δε ανασφάλεια και ταλαιπωρία.

Δεν μπορεί, λοιπόν, να σταθεί το αντιαυθεντικό Σχολείο. Αυτό είναι ένα τερατούργημα των καιρών μας. Μια ιδέα επαναστατική, παράλογη, αφύσικη.

Γιατί το κεφάλι είναι απαραίτητο για κάθε μορφή φυσικής και ηθικής ζωής. Χωρίς κεφάλι δεν έχουμε ζωή.

Ο Παιδαγωγός είναι η πνευματική κεφαλή που κατευθύνει, που στέλνει μηνύματα, που συγκροτεί το σύστημα της αγωγής. Είναι ο Ένας, που δεν μπορεί να αντικατασταθεί με τίποτε και με κανέναν.

Σχολείο χωρίς Παιδαγωγό, στρατός χωρίς Αξιωματικό, οικοδομή χωρίς Μηχανικό, πλοίο χωρίς Καπετάνιο είναι αδύνατα πράγματα. Γι’αυτό άλλωστε τώρα τελευταία και στην Ευρώπη και στην Αμερική επανέρχονται στο αυστηρά οργανωμένο Σχολείο και Πανεπιστήμιο, και η λέξη που δεσπόζει στα παιδευτικά θέματα στη δεκαετία του ’80 είναι «πειθαρχία», όπως στη δεκαετία του ’70 ήταν «ελευθερία».

Η ιεραρχία είναι μέσα στη φύση και μέσα στη ζωή, η οποία ποτέ δεν είναι επίπεδη αλλά  κ λ ι μ α κ ω τ ή. Από τη στιγμή που θα πάψει η κλιμάκωση και θα επιπεδοποιηθούν όλα θα αρχίσει το τέλμα και η άπνοια, η ριχότης και η καταθλιπτική επιφάνεια. Όταν λείψουν οι διαστάσεις του βάθους και του ύψους, οι θεσμοί θραύονται, οι αξίες καταλύονται, τα ηθικά αντερείσματα συντρίβονται και η ζωή αδειάζει από το νόημά της.

Μεγάλη γι’αυτό η δύναμη της Αυθεντίας, που είναι η παραδοχή και η καταξίωση της ιεραρχίας, και εντελώς απαραίτητη για το έργο της αγωγής, χίμαιρα δε και ουτοπία το αντιαυθεντικό